Ιστορίες για Wartburg
Δυστυχώς η ζωή δεν μας κάνει πάντα την χάρη και αυτή την περίοδο λόγοι υγείας με κρατάνε κλεισμένο κυρίως στο σπίτι. Όσο και αν δεν το παραδέχομαι, είναι φάσεις που η τηλεόραση θα μείνει ανοιχτή περισσότερο από ότι παλαιότερα, ίσως και από ότι θα έπρεπε, οπότε καταλήγω να χαζεύω μέχρι και παλιές ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες. Σε μια από αυτές, δεν νομίζω ότι ασχολήθηκα να μάθω ποτέ τον τίτλο, μια σκηνή διαδραματίζεται σε έκθεση αυτοκινήτων της εποχής, πρέπει να είναι 1967 ή κάπου εκεί και σε πρώτη μούρη βρίσκονται κάποια DKW. Το ενδιαφέρον μου κίνησαν όμως κάποια πιο γνώριμά μου μοντέλα στο βάθος: Wartburg! Και γιατί γνώριμα θα ρωτήσετε… Μα γιατί σε ένα τέτοιο έμαθα να οδηγώ, κάπου πίσω στο 1986-87 και η πλάκα είναι ότι παρά την διαφορά των 20 χρόνων από τα διαδραματιζόμενα στην ταινία, το αυτοκίνητο ήταν απαράλαχτο από όπως το θυμάμαι στα εφηβικά μου χρόνια.
Είμαι σίγουρος ότι πολλοί από εσάς θα έχετε να διηγηθείτε αντίστοιχες ιστορίες, ο Φονσό έχει γράψει ήδη κάποιες δικές του στο παρελθόν, αλλά η δική μου ξεκινάει την δεκαετία των Duran Duran, με ένα μουσταρδί Wartburg του πατέρα μου, αγορασμένο καινούργιο παρακαλώ κάνα δυό χρόνια νωρίτερα πριν ο γιος φτάσει σε ηλικία να βγάλει δίπλωμα αυτοκινήτου. Όπως καταλαβαίνετε η μηδενική εμπειρία καθιστούσε αδύνατη οποιαδήποτε κρίση για την συμπεριφορά του αυτοκινήτου και στο καπάκι ο ενθουσιασμός του να οδηγώ επιτέλους το οικογενειακό αυτοκίνητο σκίαζε οποιοδήποτε μειονέκτημα. Τα πλεονεκτήματά του ήταν πολλά για μια πενταμελή οικογένεια, ξεκινώντας από την πολύ χαμηλή του τιμή που επέτρεψε την αγορά του ως καινούργιο, το πρώτο καινούργιο αυτοκίνητο της οικογένειας Αρχοντίτση μέχρι τότε… Το δεύτερο πλεονέκτημα ήταν οι αχανείς χώροι, ιδιαίτερα το τεράστιο πορτ-μπαγκάζ που επέτρεπε να κουβαλήσεις μέχρι και υλικά οικοδομής. Το τρίτο ήταν η μηδαμινή του απαίτηση για συντήρηση, αφού με αερόψυκτο, τρικύλινδρο, δίχρονο κινητήρα το μόνο που απαιτούσε από εσένα ήταν να θυμάσαι τα λάδια του κάθε φορά που έβαζες βενζίνη. Μειονεκτήματα εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν, αυτό που χρειαζόταν η οικογένεια ήταν ένα ευρύχωρο και αξιόπιστο αυτοκίνητο για οποιαδήποτε μετακίνηση. Το μουσταρδί Wartburg είχε οργώσει όλη την Ελλάδα και δεν «έκανε τσικ» μέχρι που πουλήθηκε αρκετά χρόνια αργότερα. Σήμερα που το σκέφτομαι, το άσπρο/μπλε ντουμάνι που το συνόδευε, οι τεράστιες κλίσεις στις στροφές ή το πανεύκολο μπλοκάρισμα των τροχών δεν ήταν ακριβώς προς τιμή του. Τις τεράστιες κλίσεις του Wartburg είχα θυμηθεί και πριν 2-3 χρόνια, σε ένα classic track day στα Μέγαρα, όπου ήταν και η τελευταία φορά που είδα Wartburg ζωντανό. Παρά το ότι το αυτοκίνητο ήταν ανακατασκευασμένα «στην πένα», ο ενθουσιώδης οδηγός του επέμενε να το ζορίζει στην Κ9, όπου κάθε φορά έμπαινε με έναν ή δύο τροχούς στον αέρα. Το αποτέλεσμα το φαντάζεστε, τελικά τούμπαρε και πήγε στράφι η προσεγμένη ανακατασκευή…
Το γνωστό μας Wartburg 353 εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1966 και παρέμεινε στην παραγωγή πρακτικά απαράλαχτο μέχρι το 1988. Στην συνέχεια εμφανίστηκε η βραχύβια τετράχρονη έκδοση με κινητήρα VW, η οποία έληξε και την όποια παραγωγή του εργοστασίου το 1991, μετά την ενοποίηση της Γερμανίας. Τα πρώην ανατολικογερμανικά μοντέλα δεν μπόρεσαν ποτέ να συναγωνιστούν τεχνολογικά τα δυτικά και όταν το πλεονέκτημα των φθηνών εργατικών εξαφανίστηκε, ήρθαν ταυτόχρονα αντιμέτωπα με τις αυξημένες απαιτήσεις σε ρύπους και ασφάλεια. Τα πάντα έκλεισαν και όλα τα μοντέλα «του λαού», όπως τα ονομάζω εγώ, εξαφανίστηκαν από τις εκθέσεις και λίγο αργότερα από τους ελληνικούς δρόμους, όταν η πρώτη απόσυρση έκανε την εμφάνισή της και έπαιξε δραστικό ρόλο στην αντικατάσταση του υπερβολικά γερασμένου ελληνικού στόλου. Τέτοια αυτοκίνητα ήταν τα Wartburg και τα Trabant, τα Skoda 130, τα Dacia 1210 και τα Lada 2105, όλα παιδιά του πρώην ανατολικού μπλοκ, τα οποία πρόσφεραν την χαρά του καινούργιου τετράτροχου σε πλήθος οικογενειών που αλλιώς δεν θα είχαν καμία τύχη στο θέμα «καινούργιο αυτοκίνητο». Δυστυχώς ή ευτυχώς, σήμερα δεν υπάρχουν αντίστοιχα πολύ φθηνά μοντέλα, οι εν λόγω εταιρείες ή έκλεισαν ή αγοράστηκαν από δυτικούς κολοσσούς και σήμερα προσφέρουν εφάμιλλα ή και καλύτερα από τα δυτικά μοντέλα (βλ. SKODA). Οι εταιρείες σήμερα προτιμούν τον δρόμο του lifestyle και για να είμαστε και δίκαιοι, οι αυστηρές προδιαγραφές καυσαερίων και ενεργητικής – παθητικής ασφάλειας δεν επιτρέπουν την κυκλοφορία υπερβολικά βασικών μοντέλων. Ναι, φθηνά αυτοκίνητα υπάρχουν, αλλά στα 8.000€, ή αλλιώς σε… είκοσι βασικούς μισθούς, μόνο «πολύ φθηνά» δεν είναι. Πάρτε το σαν σημεία των καιρών, είμαστε καταδικασμένοι να έχουμε να επιλέξουμε σε όλο και καλύτερα, αλλά και όλο πιο ακριβά αυτοκίνητα. Τουλάχιστον δεν μπορούμε να παραπονεθούμε ότι δεν υπάρχουν καλά αυτοκίνητα. Τώρα το «ποιος τα αγοράζει», είναι ένα θέμα που δεν φταίνε καθόλου, μα καθόλου, τα ίδια. Υπομονή, κρίση είναι, θα περάσει (ε?).
Αρθρογράφος
Δοκιμές Αυτοκινήτου CarTest.gr
Το εργοστάσιο της Nissan στην Yokohama ξεπερνά το ορόσημο των 40 εκατομμύριων κινητήρων.